Notable persons

zoi fytoussi

Ζωή Φυτούση

Η Ζωή Φυτούση ήταν η πιο διάσημη Πιτυανή καλλιτέχνιδα του 20ου αιώνα, για την οποία όμως ελάχιστοι γνωρίζουν την καταγωγή της. Κι όμως, η μεγάλη Ελληνίδα τραγουδίστρια, ηθοποιός και συγγραφέας, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 4 Σεπτεμβρίου 1933 από πατέρα Πιτυανό, τον παλαίμαχο πολεμιστή της Μικράς Ασίας, Πολυχρόνη Φυτούση.

Ο Πολυχρόνης Φυτούσης που μετακόμισε στην Αθήνα την δεκαετία του 20, εργαζόταν ως δημόσιος υπάλληλος στο Υπουργείο Εσωτερικών και παντρεύτηκε την Αγγελική, προσφυγίνα από τη Μικρά Ασία. Έμειναν στην προσφυγική συνοικία του Αγίου Αντωνίου στο Περιστέρι. Είχαν 4 παιδιά, τρία κορίτσια – το ένα ήταν η Ζωή - και ένα αγόρι. Ο Πολυχρόνης Φυτούσης διατήρησε τις μνήμες του τόπου καταγωγής του και επισκέπτονταν το Πιτυός τακτικά μέχρι και τη δεκαετία του 50. Η ίδια η Ζωή Φυτούση δεν φαίνεται να έκανε το ίδιο ταξίδι ποτέ και έζησε δύσκολα και φτωχικά παιδικά χρόνια διατηρώντας περισσότερο τις παιδικές της μνήμες από την προσφυγική οικογένεια της μητέρας της. Έλεγε χαρακτηριστικά η ίδια σε πρόσφατη συνέντευξη της λίγο πριν πεθάνει:

«Η ζωή μου είναι ένας αγώνας. Εγώ από την προσφυγική παράγκα ξεκίνησα, εφτά άτομα, όλη η οικογένεια μου ζούσαμε μέσα σ’ αυτή την παράγκα στο Περιστέρι, παιδί των προσφύγων, πάμφτωχο, βήμα βήμα έφτασα κάπου με σκληρό αγώνα. Κάθε χειμώνα στις παράγκες το κρύο και η υγρασία μας περόνιαζαν τα κόκαλα κι έτρεχαν οι παππάδες να μας δώσουν χιτώνια του στρατού και κουβέρτες. Πολλές φορές οι παράγκες πλημμύριζαν κι έτρεχαν οι γονείς μας με κουβάδες να βγάλουν τα νερά για να μην πνιγούμε. Περάσαμε πολύ δύσκολα χρόνια. Αλλά δεν πειράζει, έτσι είναι η ζωή. Μάθαμε να παλεύουμε.»

Η ζωή της συναρπαστική! Η σχέση της με την τέχνη βιωματική! Έλεγε η ίδια σε μια από τις τελευταίες της συνεντεύξεις:

«Η τέχνη για μένα που ξεκίνησα να γράφω από παιδί ήταν η δεύτερη ανάσα μου. Όταν είσαι 11 ετών, βέβαια, δεν φαντάζεσαι πού μπορεί να σε βγάλει η ζωή, αν και πιστεύω βαθιά ότι μέσα μας το γνωρίζουμε από τη στιγμή που γεννιόμαστε.»

Σπούδασε στις δραματικές σχολές του Ελληνικού Ωδείου και του Μιχάλη Κουνελάκη. Πρωτοανέβηκε στο θεατρικό σανίδι, σε ηλικία 20 ετών το 1953, με το έργο «Η μαρκησία της φτωχογειτονιάς», στο Θέατρο Σαμαρτζή. Έπαιξε σε όλα τα είδη από τραγωδία μέχρι επιθεώρηση και συνεργάστηκε με τους σημαντικότερους Έλληνες σκηνοθέτες και ηθοποιούς.

Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε το 1952 στην ταινία του Φίλιππα Φυλακτού «Ζαΐρα». Έπαιξε σε πολλές ταινίες της χρυσής εποχής του εμπορικού κινηματογράφου, την δεκαετία του εξήντα, ενώ έκανε αισθητή την παρουσία της στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση.

Ερμήνευσε τραγούδια σπουδαίων συνθετών, όπως του Μάνου Χατζιδάκι («Ο ταχυδρόμος πέθανε», «Φέρτε μου ένα μαντολίνο» για τα οποία άλλωστε είναι ευρύτερα γνωστή), του Σταύρου Ξαρχάκου («Τα δάκρυά μου είναι καυτά», «Για χατίρι σου»), του Γιώργου Κατσαρού («Χαμογέλασε, πατέρα», «Έλα-Έλα»), του Απόστολου Καλδάρα («Η κοσμοναύτισσα») και του Μάνου Λοΐζου («Το Σαββατόβραδο»).

Το πιο γνωστό από τα παραπάνω, το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι «Φέρτε μου ένα μαντολίνο» το ερμήνευσε για πρώτη φορά στην παράσταση «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» του Πιραντέλο, το 1961, στο «Θέατρο Αθηνών», από τον θίασο του Δημήτρη Μυράτ και της Βούλας Ζουμπουλάκη. Έλεγε χαρακτηριστικά για αυτή της, την εμπειρία η ίδια:

«…. διάβασα μια μέρα πως ο Μυράτ ανέβαζε το «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» του Πιραντέλο στο Θέατρο Αθηνών και πως ο σκηνοθέτης μάλωνε με τον συνθέτη, διότι ο ένας ήθελε τη δραματική ηθοποιό και ο άλλος τη λυρική φωνή. Σκέφτηκα μήπως τους έκανα εγώ. Τον Μυράτ τον είχα καθηγητή, επομένως του τηλεφώνησα αμέσως. Μου είπε να πάω να συναντήσω τον Χατζιδάκι στα στούντιο της Finos, στη Χίου, όπου έκανε οντισιόν, αλλά αυτό δεν γινόταν, μια και τότε εργαζόμουν στο θέατρο Βέμπο. 

Τελικά, ο Μυράτ μου έκλεισε ραντεβού στο σπίτι του Χατζιδάκι, δύο το μεσημέρι! Πόσες φορές πήγα; Τέσσερις! Ο Χατζιδάκις δεν έλεγε να εμφανιστεί, κοιμόταν εκείνη την ώρα. Όταν όμως εμφανίστηκε την τέταρτη φορά, κόντευα να λιποθυμήσω! Μου φάνηκε πιο ψηλός, πιο παχύς, πιο ωραίος, άντε τώρα εγώ να τραγουδήσω μπροστά του. Τον ρώτησα ποιο τραγούδι ήθελε να πω και για να μην πέσω στη σύγκριση με τη Μούσχουρη, πρότεινα ένα λαϊκό ελληνικό κι ένα ξένο. «Προτιμώ ένα ξένο» μου απάντησε, κι έτσι είπα ένα ιταλικό σουξέ της εποχής που έσκιζε στην Ελλάδα. 

«Μη χειρότερα!» αναφώνησε ο Μάνος, κάθισε στο πιάνο και βρήκε τον τόνο μου. Αμέσως τηλεφώνησε στις εφημερίδες: «Βρήκα μια υγρή, ζεστή φωνή»! Την επόμενη μέρα πήγα στην πρόβα!»

Η Ζωή Φυτούση σταδιοδρόμησε και ως συγγραφέας γράφοντας από τα νεανικά της χρόνια. Εξέδωσε τα βιβλία: «Το μαγικό βιβλίο», «Παρ’ εκτός», «Τάφος εδώ δεν είναι», «Μια σφαίρα», «Βοήθεια, θέλω να ζήσω», «Βιβλίο Σπουδαστών, Ελληνική Αγωγή», «Σύγχρονοι ποιητές, Έλληνες και Ιταλοί». Το ποίημά της «Κανείς, μα κανείς» βραβεύτηκε και περιελήφθη σε ιταλική ανθολογία ελληνοϊταλικής ποίησης («Anthologia di poeti Italiani e Greci», Academia Internationale di Propaganda Culturale, 1996). Το 2008, από τις εκδόσεις «Ερωδιός», εκδόθηκε το βιβλίο της «Μένανδρος: Γνώμαι Μονόστιχοι», σε έμμετρη απόδοση, από την ίδια.

Ήταν ενεργή συνδικαλίστρια στο Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών (Σ.Ε.Η.) και πρωτοστάτησε μαζί με την Άννα Φόνσου και άλλους ηθοποιούς στη δημιουργία του «Σπιτιού του Ηθοποιού», του γνωστού χώρου στον οποίο έχουν βρει φιλοξενία και αρωγή εκατοντάδες συνταξιούχοι άποροι και άστεγοι ηθοποιοί

Η Ζωή Φυτούση πέθανε στην Αθήνα στις 23 Ιουλίου 2017, σε ηλικία 83 ετών. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας. Το καλλιτεχνικό της ίχνος θα μείνει στην ιστορία του Ελληνικού πενταγράμμου, του θεάτρου, του κινηματογράφου και των εκδόσεων. Συνάμα όμως, θα μείνει ανεξίτηλα χαραγμένο στις μνήμες μας και το παράδειγμα της, ως μια μαχητική και πρωτοπόρα φεμινίστρια. Χρέος του χωριού καταγωγής της, να την μνημονεύει και να την θυμάται ως ένα από τα πιο λαμπρά και ξεχωριστά τέκνα του.

Ολοκληρωμένη δισκογραφία:

Δίσκοι 78 στροφών:

(Στις πρώτες ηχογραφήσεις της που κυκλοφόρησαν σε δίσκους γραμμοφώνου, έκανε αποκλειστικά δεύτερες φωνές)

  1. Το τριανταφυλλάκι (Ζοζέφ Κορίνθιος) Μπεάτα Ασημακοπούλου - Ζωή Φυτούση (1956)
  2. Ο αργαλειός (Νίκος Γούναρης - Γ. Αναγνωστόπουλος) Νίκος Γούναρης - Ζωή Φυτούση (1957)
  3. Κόντρα μου πας παλιοζωή (Γιάννης Βέλλας - Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου) Μάγια Μελάγια - Ζωή Φυτούση (1957)
  4. Απόψε που’χω τάληρα (Θόδωρος Δερβενιώτης - Κώστας Κοφινιώτης) Μιράντα Νάις - Ζωή Φυτούση (1957)
  5. Όλα τα γαρύφαλλα (Νίκος Γούναρης - Θάνος Σοφός - Ι. Αγγελής) Νίκος Γούναρης - Ζωή Φυτούση - Χορωδία Ελληνίδων Αλ. Παναγιωτόπουλου (1957)
  6. Έλα αγάπη μου (Νίκος Γούναρης) Νίκος Γούναρης - Ζωή Φυτούση (1957)

Δίσκοι 45 στροφών:

  1. Ο ταχυδρόμος πέθανε (Μάνος Χατζιδάκις) (1961, από το θεατρικό «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε»)
  2. Φέρτε μου ένα μαντολίνο (Μάνος Χατζιδάκις) (1961, από το θεατρικό «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε»)
  3. Έφυγε το τραίνο (Μάνος Χατζιδάκις – Νίκος Γκάτσος) Ζωή Φυτούση – Χορωδία (1962)
  4. Τα δάκρυά μου είναι καυτά (Σταύρος Ξαρχάκος – Βαγγέλης Γκούφας) (1962)
  5. Για χατήρι σου (Σταύρος Ξαρχάκος – Βαγγέλης Γκούφας) (1962)
  6. Ο δρόμος είναι σκοτεινός (Γιώργος Μητσάκης) (1963)
  7. Κατάρτια στον ήλιο (Γιώργος Ποταμιάνος) (1963)
  8. Το τραγούδι του Μπαρμπαλιά (Γιώργος Ποταμιάνος) (1963)
  9. Πλάι στη θάλασσα (Γιώργος Ποταμιάνος) (1963)
  10. Η πόρτα (Γιώργος Ποταμιάνος) (1963)
  11. Κοσμοναύτισσα (Απόστολος Καλδάρας – Ε.Σούλης) Γρηγόρης Μπιθικώτσης – Ζωή Φυτούση (1963)
  12. Κάνε τον πόνο σου χαρά (Μάνος Χατζιδάκις – Νίκος Γκάτσος) (1964)
  13. Τ’ αστέρι του βοριά (Μάνος Χατζιδάκις – Νίκος Γκάτσος) (1964)
  14. Χαμογέλασε πατέρα (Γιώργος Κατσαρός – Πυθαγόρας) (1965)
  15. Έλα έλα (Γιώργος Κατσαρός – Πυθαγόρας) (1965)
  16. Σήκω χόρεψε συρτάκι (Γιώργος Ζαμπέτας – Αλέκος Σακελλάριος) Ζωή Φυτούση – χορωδία (ενορχήστρωση: Γιώργος Κατσαρός) (1966)
  17. Δημήτρη μου, Δημήτρη μου (Γιώργος Ζαμπέτας – Αλέκος Σακελλάριος) Ζωή Φυτούση – χορωδία (ενορχήστρωση: Γιώργος Κατσαρός) (1966)
  18. Έλα κάτσε να τα πούμε (Τάκης Παναγόπουλος) (1966)
  19. O τζίτζικας (Τάκης Παναγόπουλος) (1966)
  20. Πώς τον αγαπώ (Μάνος Λοΐζος – Λευτέρης Παπαδόπουλος) Ζωή Φυτούση, Λίτσα Διαμάντη, Θόδωρος Κανακάρης (1966)
  21. Σαββατόβραδο (Μάνος Λοΐζος – Λευτέρης Παπαδόπουλος) Ζωή Φυτούση- Μάριος (1966)
  22. Ανοίχτε απόψε ουρανοί (Σπύρος Βαλσαμάκης-Δ.Παπανικολάου) (1967)
  23. Γρηγοράκη μου Γρηγόρη (Σπύρος Βαλσαμάκης-Δ.Παπανικολάου) (1967)
  24. Η καρδιά μου έχει μεθύσει (Άγγελος Σέμπος – Λευτέρης Παπαδόπουλος) (1967)
  25. Κλεισ’ το παραθύρι (Άγγελος Σέμπος – Πυθαγόρας) (1967)
  26. Σαφώς το δήλωσα σαφώς (Κώστας Ψυχογιός) Ζωή Φυτούση & Χρήστος Εμμανουήλ (1975)
  27. Το παιχνίδι (Κώστας Ψυχογιός) Ζωή Φυτούση & Χρήστος Εμμανουήλ (1975)
  28. Γλέντα κόσμε (Κώστας Ψυχογιός) (1975)
  29. Μόνη στη βροχή (Κώστας Ψυχογιός) (1975)
  30. Η τσιγγάνα (Κώστας Ψυχογιός) (1976)
  31. Είσαι ο μοιραίος άντρας (Μίμης Χριστόπουλος - Σάκης Καπίρης) (1977)
  32. Ένας αλήτης (Μίμης Χριστόπουλος - Σάκης Καπίρης) (1977)

Ανέκδοτες ηχογραφήσεις και άλλα τραγούδια

Δέκα από τα τραγούδια αυτά εντάχθηκαν το 2006 σε μια συλλογή τραγουδιών της με τίτλο «Τραγούδια από τον κινηματογράφο και το θέατρο». Ένα χρόνο μετά κυκλοφόρησε, σε επιμέλεια του Μάκη Δελαπόρτα, άλλη μια συλλογή με τίτλο «Τα τραγούδια της ζωής μου», με 25 ηχογραφήσεις με τη φωνή της, ανάμεσά στις οποίες, κάποιες ανέκδοτες ηχογραφήσεις που προέρχονται από θεατρικές παραστάσεις:

  1. Lovely boy (Βασίλης Δημητρίου - Pablo Neruda, μετάφραση: Mανώλης Μαυρομάτης, ελεύθερη απόδοση: Λευτέρης Παπαδόπουλος) Από το θεατρικό έργο «Δόξα και θάνατος του Χουακίν Μουριέτα», 1974
  2. Θρήνος (Βασίλης Δημητρίου - Pablo Neruda, μετάφραση: Mανώλης Μαυρομάτης, ελεύθερη απόδοση: Λευτέρης Παπαδόπουλος) Από το θεατρικό έργο «Δόξα και θάνατος του Χουακίν Μουριέτα», 1974
  3. Οι θεριστές (Νότης Μαυρουδής - Κυριάκος Χαραλαμπίδης) Συνοδεύει χορωδία. Από το θεατρικό έργο «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα», 2001
  4. Τα λουλούδια (Μάριος Τόκας, μετάφραση και ελεύθερη απόδοση: Μαίρη Βιδάλη) Από το θεατρικό έργο «Δόνα Ροσίτα», 2007

Στα «Τραγούδια της ζωής μου» υπάρχουν και τέσσερα τραγούδια ανέκδοτες ηχογραφήσεις:

  1. Βαριά ειν’ η καρδιά μου (Σταύρος Ξαρχάκος – Ντίνος Δημόπουλος) Από την ταινία «Αμόκ», 1963 (Η μελωδία είναι η ίδια με το τραγούδι «Τα τρένα που φύγαν»).
  2. Νύχτωσε στη γειτονιά (Γιώργος Κατσαρός – Νέστορας Μάτσας)
  3. Ένα καράβι πέρασε (Γιώργος Κατσαρός – Νέστορας Μάτσας)
  4. Παλληκαράκια είκοσι χρονώ (Άγγελος Σέμπος – Λευτέρης Παπαδόπουλος) Η ίδια μελωδία με το ίδιο playback της ορχήστρας, κυκλοφόρησε το 1967 με στίχους του Πυθαγόρα και τίτλο «Κλεισ’το παραθύρι» σε δίσκο 45 στροφών.

Σε αυτή τη συλλογή περιλαμβάνεται επίσης το τραγούδι των Λέανδρου Κοκκόρη και Στέφανου Φωτιάδη «Οι γυναίκες θέλουν ξύλο» από την ομώνυμη ταινία του Ορέστη Λάσκου (1962), που συμπεριλήφθηκε και σε ένα δίσκο με τραγούδια του Λέανδρου Κοκκόρη με τίτλο «Σχεδόν απόγευμα», που εκδόθηκε το 1992. Και ακόμη, το «Ρομανσέρο» των Σάκη Τσιλίκη και Τάκη Καρνάτσου, από το ομώνυμο θεατρικό έργο του Ζακ Ντυβάλ (1984), που μπήκε το 1994 στη συλλογή τραγουδιών του Σάκη Τσιλίκη «20 χρόνια θέατρο».

Επίσης, συμμετέχοντας το 1962 στην «Οδό ονείρων» του Μάνου Χατζιδάκι, η Ζωή Φυτούση, εκτός από το «Έφυγε το τρένο» που τραγούδησε σόλο, έκανε δεύτερες φωνές στην Μάρω Κοντού (μαζί με την Νίκη Λεμπέση, την Σούλα Μπάστα και τον Γιώργο Ζωγράφο) στις περίφημες «Αδελφές Τατά». Ένα χρόνο μετά, η Ζωή Φυτούση τραγουδούσε στο δίσκο με τη μουσική και τα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι από το θεατρικό έργο του George B.Show «Καίσαρ και Κλεοπάτρα», για μια «Κοιμισμένη πριγκήπισσα»…

Ενδεικτική Φιλμογραφία:

Ζαϊρα (1952) - Γκολ στον έρωτα (1953) - Το οργανάκι του Αττίκ (1955) - Λατέρνα φτώχεια και φιλότιμο (1957) - Ο γυναικάς (1957) - Κερένια κούκλα (1958) - Διακοπές στην Κωλοπετινίτσα (1959) - Σαρακατσάνισα (1959) - Ο Ηλίας του 16ου (1959) - Φτωχαδάκια και λεφτάδες (1961) - Οι χαραμοφάηδες (1961) - Εξομολόγηση μιας μητέρας (1962) - Λαφίνα (1962) - Ταξίδι (1962) - Μας κρύβουν τον ήλιο (1963) - Το μεροκάματο του πόνου (1963) - Ο εαυτούλης μου (1964) - Εξωτικές βιταμίνες (1964) - Δύσκολοι δρόμοι (1965) - Προξενήτρα πράκτωρ 017 (1966) - Μπουζάνκα αλά Ελληνικά (1975) - Το μεγάλο κανόνι (1981) - Πανικός στα σχολεία (1982) - Πατρίς, Ληστεία, Οικογένεια (1987)

Πηγές


Γιώργος Χειλάς

Γεννημένος από μια από τις πιο γνωστές οικογένειες του Πιτυούς - την οικία της οποίας μάλιστα στην παλιά «μέσα» πλατεία της Απλάδας, είχε επιτάξει ο Οθωμανικός στρατός κατοχής, ως κατοικία του τελευταίου στρατιωτικού διοικητή της Χίου Ζιχνή Μπέη κατά τα γεγονότα του 1912 – ο δάσκαλος Γιώργος Χειλάς, έδεσε το όνομα του για πάντα με την ιστορία του χωριού του, καταγράφοντας την και συνάμα γενόμενος τμήμα της, με το συνολικό ερευνητικό έργο του.

Συγγραφέας πλήθος κειμένων, άρθρων και παρεμβάσεων, μελετητής της τοπικής ιστορίας  του Πιτυούς και της Χίου, ακούραστος ερευνητής των διάσπαρτων και αταξινόμητων ιστορικών πηγών και πρωτοπόρος της καταγραφής των προσωπικών αφηγήσεων των χωριανών ήδη από τη δεκαετία του 50. Μας άφησε τουλάχιστον δύο πολύτιμα βιβλία οδηγούς στην ιστορία του Πιτυός.

Το πρώτο, δυσεύρετο και εξαντλημένο από καιρό με τίτλο, Πιτυός: H Iστορία του Xωριού μου, ιδιωτική έκδοση Αθήνα 1989. Αποτελεί ένα μοναδικό πλούτο πληροφοριών για το Πιτυός συγκεντρώνοντας σε ένα συμπαγή τόμο πλήθος πληροφοριών, ιστορικών γεγονότων, αφηγήσεων, μύθων, μελέτη αρχειακών πηγών, φωτογραφιών κλπ

Το δεύτερο, το Κύκνειο Άσμα του, η αυτοβιογραφία του με τίτλο: Η Εικόνα μιας ζωής, τι Έμαθα, τι Δίδαξα, τι Έπραξα (Χίος 2010, εκδ. ΑλφαΠι) στην οποία μπορεί κανείς να δει την ζωή και το έργο του.

Στο Πιτυός εργάστηκε ως δάσκαλος από το 1949 έως το 1958. Την ίδια εποχή, διετέλεσε εξέχον μέλος της Επιτροπής αναστήλωσης και προβολής της Ιεράς Μονής Μουνδών- Διευχών αλλά και της Φιλοδασικής Ένωσης Χίου. Κατά τη δεκαετία του 80 έδωσε μάχη για να λυθεί το στεγαστικό πρόβλημα του Α Δημοτικού σχολείου Χίου στο οποίο υπηρετούσε κατά τα τελευταία χρόνια της εκπαιδευτικής του θητείας ως διευθυντής. Ακόμη και αργότερα, ως συνταξιούχος συνέχισε να ασχολείται με τα κοινά και είναι με δική του παρέμβαση προς το ΥΠΕΧΩΔΕ το 2004 και την υφυπουργό Ροδούλα Ζήση, που οι κάτοικοι των χωριών της Χίου απαλλάχθηκαν από μια σειρά γραφειοκρατικές διαδικασίες και κόστη για άδειες μικρής κλίμακος σε εργασίες συντήρησης των αγροκτημάτων τους.

Τιμήθηκε από διάφορους φορείς: Εθνικό Ίδρυμα, Ιερά Μητρόπολη Χίου, Δ/νση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Χίου, Δήμο Καρδαμύλων, Εκπολιτιστικούς και Μορφωτικούς Συλλόγους Χίου και Αθηνών, κ.α.

Ήταν παντρεμένος με την επίσης δασκάλα Αλεξάνδρα Σαρρή Χειλά από την Κρήτη, με την οποία γνωρίστηκαν στα δύσκολα χρόνια του πολέμου όταν της τελευταίας έλαχε ο πρώτος διορισμός της στο Πιτυός παραμονές της 28ης Οκτωβρίου 1940 και αποκλείστηκε εκεί.


metropolitan isidoros

Πιτυανοί επιφανείς ιερείς

Όσιοι εθνομάρτυρες Διάκος Γεώργιος Ψυρικούλης και Παπά Κανάρης

Λίγα πράγματα είναι γνωστά για τους δύο ιερείς που υπηρετούσαν στο Πιτυός κατά τη διάρκεια της σφαγής της Χίου, πέρα από το μαρτυρικό τους τέλος.

Σύμφωνα με τον Χιώτη ερευνητή και αγιογράφο, Μάρκο Τσαπλάκο που φιλοτέχνησε τις τοιχογραφίες στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Χιοπολίτη – ανάμεσα τους και τις τοιχογραφίες των δύο Οσίων που στέκονται δεξιά και αριστερά της αναδυόμενης Θεοτόκο – ο Διάκος Γεώργιος Ψυρικούλης, κυνηγήθηκε από τους στρατιώτες του Βαχίτ Πασά στα ορεινά βοσκοτόπια, όντας τσοπάνης και ο ίδιος. Εκεί μπήκε μέσα σε ένα χαμηλό πέτρινο μαντρί για να κρυφτεί αλλά εντοπίστηκε. Όταν οι στρατιώτες επιχείρησαν να μπουν μέσα στο μαντρί, αυτός σηκώθηκε όρθιος και σαν τον Σαμψών τίναξε ψηλά τη πέτρινη στέγη που ήταν ξερολιθιά και αυτή έπεσε και τους καταπλάκωσε όλους. Όταν ο Ψυρικούλης κατάφερε να απεγκλωβιστεί από τα χαλάσματα και επιχείρησε να διαφύγει, τον πυροβόλησαν άλλοι στρατιώτες που καραδοκούσαν απ’ έξω.

Ο παπά Κανάρης, που κατά πάσα πιθανότητα κατάγονταν από τα Ψαρά όπως μαρτυρά το επώνυμο του, πιάστηκε μαζί με τους εγκλωβισμένους στον πύργο του Πιτυούς, χωριανούς. Διατάχθηκε να φτιάξει μόνος του τη θηλιά της κρεμάλας του και κρεμάστηκε στον Μάκελο. Για αυτό και η τοιχογραφία του, τον δείχνει να βαστάει μια θηλιά.

Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αναγνώρισε τους δύο Πιτυανούς ιερείς ως Όσιους και με ειδικές εγκυκλίους τους κατέταξε στα Αγιολογικά Δελτία μαζί με δεκάδες ακόμη νεομάρτυρες ιερείς που εξοντώθηκαν κατά τη σφαγή της Χίου. (βλέπε Εγκύκλιος Ιεράς Συνόδου Νο. 3047, 19 Ιουλίου 2021)

Μητροπολίτης Ναζαρέτ Κλεόπας κατά κόσμον Κωνσταντίνος Κοικυλίδης

Γεννήθηκε στο Πιτυός το 1866. Χειροτονήθηκε διάκος στη Μονή Μουνδών. Σπούδασε Θεολογία στην Αθήνα και στην Ιερουσαλήμ και έγινε αρχιδιάκονος στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων.

Διετέλεσε βιβλιοθηκάριος στον Πανάγιο Τάφο και μελέτησε αρχαία χειρόγραφα, καταρτίζοντας κατάλογο των Συριακών. Μετέφρασε τη μελέτη του Γάλλου μοναχού Βαϊλέ, Τα Μοναστήρια της Παλαιστίνης. Σε συνεργασία με τον Ιωάννη Φωκυλίδη, έγραψε το έργο Οδοιπορικά της Αγίας Γης.

Τον Σεπτέμβριο του 1921 χειροτονήθηκε Αρχιεπίσκοπος Διοκαισάρειας Παλαιστίνης, η οποία είναι η αρχαιοελληνική πόλη Σαπφωρίς, δηλαδή το σημερινό Τζαπορί στα Εβραϊκά ή Σαφορίγια στα Αραβικά, που βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα βόρεια της Ναζαρέτ. Ένα χρόνο μετά, τον Αύγουστο του 1922 θα γίνει Μητροπολίτης Ναζαρέτ. Απεβίωσε το 1929. Ήταν ο πρώτος από μια σειρά ιερείς που γεννήθηκαν στο Πιτυός και αναρριχήθηκαν ψηλά στους κόλπους της εκκλησιαστικής ιεραρχίας. (για το συγγραφικό του έργο βλέπε τη βάση δεδομένων του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης: https://search.lib.auth.gr/Author/Home?author=%CE%9A%CE%BF%CE%B9%CE%BA%CF%85%CE%BB%CE%B9%CC%81%CE%B4%CE%B7%CF%82%2C+%CE%9A%CE%BB%CE%B5%CE%BF%CC%81%CF%80%CE%B1%CF%82+%CE%9C)

Δέσποτας Γρηγόριος, κατά κόσμον Γρηγόριος Σπανούδης

Γεννήθηκε στο Πιτυός το 1867. Χειροτονήθηκε διάκος το 1898 και υπηρέτησε για δύο χρόνια ως Αρχιδιάκος υπό τον Μητροπολίτη Χίου Κωνσταντίνο. Σπούδασε Θεολογία στην Αθήνα στο ΕΚΠΑ και το 1904 αναγορεύτηκε σε διδάκτορας.

Ο επίσκοπος Δεληγιάννης τον κάλεσε στην Κωνσταντινούπολη όπου και χειροτονήθηκε ιερέας και τέθηκε Προϊστάμενος του Ιερού Ναού Αγίου Ιωάννη των Χίων. Αργότερα υπηρέτησε ως εφημέριος στον Πατριαρχικό Ναό του Φαναρίου. Θα αναλάβει παράλληλα καθήκοντα καθηγητή Θρησκευτικών στο Ελληνορθόδοξο Εκπαιδευτήριο του Γαλατά.

Το 1926 ο Μητροπολίτης Χίου Ιερώνυμος Γοργίας θα τον ζητήσει για να επιστρέψει στη Χίο και να υπηρετήσει ως βοηθό του και έτσι θα χειροτονηθεί Επίσκοπος Μητροπόλεως Χίου, θέση που θα διατηρήσει μέχρι τον θάνατο του, τον Ιούνιο του 1937.

Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στη Χίο, θα επισκεφτεί πολλές φορές το Πιτυός και θα κάνει μια μεγάλη δωρεά προς το σχολικό κτίριο, χρηματοδοτώντας την πέτρινη σκάλα με το χαρακτηριστικό μαύρο και κόκκινο μάρμαρο της. Εξάλλου το ίδιο το οικόπεδο εντός του οποίου, είχε ανεγερθεί το κτίριο του σχολείου το 1925, ήταν δωρεά της οικογένειας Σπανούδη. (Χειλάς, σελ 183)

Ο πρώτος Μητροπολίτης Ιωαννουπόλεως (Γιοχάνεσμπουργκ) Ισίδωρος, κατά κόσμον Ισίδωρος Γεωργιάδης ή Γεώργος

Γεννήθηκε στο Πιτυός την χρονιά του μεγάλου σεισμού το 1881. Οι γονείς του ονομάζονταν Μιχάλης Γεωργιάδης/Γεώργος και Μαριγώ και ήταν αγρότες.

Ο Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Θρόνου, Γεώργιος Κ. Λιαδής, συνδέει την οικογένεια Γεωργιάδη ή Γεώργου του Πιτυούς, με τον σπουδαίο πρόγονο της, Όσιο Νικηφόρο τον Χίο από τα Καρδάμυλα (1750-1821). Εξάλλου το όνομα Γεωργιάδης ή Γεώργος έχει πλέον εξαφανιστεί από τα Καρδάμυλα αλλά επιβιώνει στο Πιτυός. (βλέπε Γεωργίου Κ. Λιαδή, Ο Όσιος Νικηφόρος ο Χίος, σελ. 12-13, Χίος 1999).

Με τη βοήθεια του συγχωριανού του, Μητροπολίτη Κλεόπα, θα ενταχθεί στη Θεολογική Σχολή του Σταυρού στα Ιεροσόλυμα και κατόπιν στην Αγιοταφική αδελφότητα αρχικά ως διάκος το 1903. Έγινε κατά σειρά Αρχιμανδρίτης, Δ/ντης της Αστικής Σχολής Ιεροσολύμων και Γενικός Επόπτης των Σχολών του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας. Στην Αλεξάνδρεια τοποθετήθηκε από τον Πατριάρχη εφημέριος του Ναού του Αγίου Σάββα και πάρεδρος δικαστής του Εκκλησιαστικού δικαίου.

Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας του εμπιστεύτηκε μερικές από τις πλέον δύσκολες αποστολές, διορίζοντας τον πρώτα ως Έξαρχο Αβησσυνίας το 1923 και κατόπιν ως εφημέριο στην Νότια Αφρική.

Το 1928 θα αναλάβει ως Επίσκοπος την νεοϊδρυθείσα Μητρόπολη Ιωαννουπόλεως (Γιοχάνεσμπουργκ) στην οποία θα παραμείνει μέχρι και τον πρόωρο θάνατο του από ασθένεια το 1938 σε ηλικία 57 ετών. Κατά τη διάρκεια της θητείας του εκεί, διακρίθηκε ιδιαίτερα για την οργάνωση της νέας εκκλησίας ανάμεσα στους Έλληνες μετανάστες της χώρας, κάνοντας παράλληλα μαθήματα στην Ελληνική γλώσσα και προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τις πολύ πιο οργανωμένες και πλούσιες ιεραποστολές των Καθολικών και των Προτεσταντών (βλέπε Μητροπολίτη Ζιμπάμπουε Μακάριου, Η Ίδρυση της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννουπόλεως και ο πρώτος Μητροπολίτης Ισίδωρος 1928-1938, Ο εφημέριος τεύχος 17, Αθήνα 1998, σελ 260-262).

Σύμφωνα με τον Χειλά, δύο φορές, επισκέφτηκε το Πιτυός, το 1922 και το 1936 – τη δεύτερη όντας ήδη Μητροπολίτης - και βλέποντας την φτώχεια που επικρατούσε, στη διαθήκη του, δώρισε το ποσό των 1.000 χρυσών λιρών σαν κληροδότημα για το σχολείο του χωριού και για να δοθεί ως υποτροφία σε Πιτυανούς μαθητές. (Χειλάς, σελ 182).

Η ανάμνηση της δεύτερης επίσκεψης του στο Πιτυός έχει καταγραφεί στις διηγήσεις του Γιάννη Γιαννόμωρου (1865-1960) τη δεκαετία του 50 όπως τις κατέγραψε ο εγγονός του, Πιτυανός δικηγόρος Αντώνης Χλωρός:

«…Το Δεσπότη Ισίδωρο τον γνώριζα από τα μικράτα μου χρόνια. Ήμουν γύρω στα 12- 15 χρόνια πιο μεγάλος. Οι γονείς μου είχαν συγγένεια και σχέσεις με τους γονιούς του. Ο Γιάννης αγαπούσε τα γράμματα και ασχολιόταν από μικρό παιδί με το ιερό της εκκλησίας και το ψαλτήρι. Φαινότανε ότι μια μέρα θα φτάσει ψηλά. Έφυγε για τους Άγιους Τόπους, σπούδασε και έγινε Δεσπότης. Θυμούμαι όταν ήλθε στο Πιτυός, για να δει τους δικούς του, ήτανε πια σπουδαίος και γνωστός Δεσπότης στον κόσμο. Όταν έφτασε στο χωριό είχαμε στρώσει μερσινιές στο δρόμο και στην μέσα πλατεία και κτυπούσε η καμπάνα για τον ερχομό του. Έφθασε στην απλάδα. Είχαμε μαζευτεί οι χωριανοί να τον υποδεχθούμε. Ήτανε καλοκαίρι, μόλις είχε τελειώσει το θέρος. Με δάκρυα στα μάτια ευλόγησε τους συγκεντρωμένους, φίλησε τους δικούς του και είδε ανάμεσα στους συγχωριανούς, τον γέρο Φυτούση. Τον πλησίασε, έσκυψε, έκαμε μετάνοια μπροστά του και δακρυσμένος πήρε το χέρι του γέρου και με σέβας μεγάλο το φίλησε. Ήταν ο παιρής του (νονός του), τον είχε βαπτίσει πριν από καμιά πενηνταπενταριά χρόνια. Η μετάνοιά του μεγάλου Δεσπότη μπροστά στον αγράμματο φτωχοντυμένο γέρο, δείχνει τη μεγαλοσύνη του. Φαίνεται πόσο σπουδαίος ήτανε και από το ότι άφησε όλες τις οικονομίες του για να σπουδάζουν παιδιά από το χωριό μας. Θυμούμαι ότι, όσες μέρες έμεινε στο Πιτυός, πήγαινε με ένα βιβλίο στη μασχάλη, στα ξωκλήσια και πιο συχνά στην Παναγιά τη Σπηλιωτίνα, καθόταν πολλές ώρες, διάβαζε και προσευχόταν. Μια μέρα ήλθε να προσκυνήσει στον Άγιο Μάρκο και τον Προφήτη Ηλία και πέρασε από κει που είχα τις μέλισσές. Κάθισε να με δει και να μιλήσουμε. Τον τράταρα ένα κομματάκι πιτόμελο και του το έδωκα πάνω σε ένα συκόφυλλο. Το πήρε στο χέρι του και κοιτάζοντας τον ουρανό είπε: …τα Πάντα εν Σοφία εποίησε…. Επειδή μια μέλισσα πήγε πάνω στο πιτόμελο, εγώ προσπάθησα να την διώξω με το χέρι μου και τελικά τη σκότωσα. Τότε ο Δεσπότης μου είπε: «…Γιάννη, της αρπάξαμε το κόπο και την δούλεψη της και ήρθε το πλάσμα αυτό του Θεού, να υπερασπιστεί το Βιός της. Εμείς άδικοι αλλά δυνατοί, την σκοτώσαμε. Έτσι δεν γίνεται και στη ζωή; Πάντα ο δυνατός αρπάζει, αδικεί και σκοτώνει…». Κατέβηκε και ο Μάρκος ο Κωστάλας, που είχε τις μέλισσες του πιο πάνω και έκατσε μαζί μας. Ρωτούσε ο Δεσπότης για όλους τους χωριανούς και έδειχνε να χαίρεται, αλλά και να υποφέρει για όσα του λέγαμε, για τις χαρές και τις λύπες των συγχωριανών. Ενδιαφερόταν για όλους. Μιλούσε όμορφα και έψαλε ακόμη πιο όμορφα. Χαιρόσουν να τον ακούς. Ζητούσε να του λέμε ιστορίες από τα παλιά, δηλαδή τις σκανταλιές και κατορθώματα μας από τα παιδικά χρόνια. Σπουδαίος άνθρωπος σου λέω. Ήταν ζημιά μεγάλη για το Πιτυός ο τόσο νωρίς θάνατός του. Αν ζούσε, θα γινόταν Πατριάρχης και αυτό το έλεγε, το παραδεχόταν και το πίστευε και ο ξάδελφός μας Δεσπότης, ο Γρηγόριος ο Σπανούδης. Έλεγε ο Γρηγόριος ότι «…αν δεν πέθαινε ο Ισίδωρος τόσο νέος, οπωσδήποτε θα γινότανε Πατριάρχης…». Ο Ισίδωρος Γεωργιάδης και ο Γρηγόριος Σπανούδης, Πιτυανοί Δεσπότες και οι δυο, είχαν την ίδια ηλικία. Ίσως ο Ισίδωρος να ήταν λιγάκι πιο μεγάλος στα χρόνια από τον Γρηγόριο.» (βλέπε: Αντώνης Χλωρός, Αρχιεπίσκοπος Ιωαννουπόλεως κυρός Ισίδωρος, Δρόμοι Ψυχής τεύχος 84, Άνοιξη 2020, σελ 5: https://filoidromokaiteiou.files.wordpress.com/2020/05/dromoi-psixis-84_site.pdf)

Ο τάφος του, σύμφωνα με επιθυμία του βρίσκεται στο Μπουλαουάγιο της τότε Ροδεσίας, νυν Ζιμπάμπουε.

Σύμφωνα με τον Αντώνιο Χλωρό:

«Σε ανάμνηση του μακαριστού Ιεράρχη, κατασκευάστηκε καλαίσθητο κενοτάφιο στη νοτιοανατολική πλευρά του Σχολείου Πιτυούς. Όμως μετά από χρόνια τούτο αφαιρέθηκε, για να δημιουργηθεί η πλατεία μπροστά από το σχολείο. Οι λαξευτές πέτρες του κενοταφίου, χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή της προσόψεως του γυναικωνίτη της Εκκλησίας Αγίας Παρασκευής, όπου μέχρι σήμερα και υπάρχει η μετόπη του κενοταφίου, πάνω από την πόρτα του γυναικωνίτη του Ναού, με την επιγραφή «Μητροπολίτης Ισίδωρος». (ο.π.π.)

 

 


γιώργος στραβελάκης

Γιάννης Τσιλίμος

Γιάννης Τσιλίμος, ο Πιτυανός πασάς

Ξεχωριστή θέση στον κατάλογο με τους επιφανείς Πιτυανούς έχει ο Γιάννης Τσιλίμος. Ο μικρός Πιτυανός που κατά τη διάρκεια της σφαγής της Χίου το 1822, βρέθηκε με την αδερφή του στα σκλαβοπάζαρα της Σμύρνης και από εκεί ακολούθησε ένα μοναδικό δρόμο.

Ο Γιάννης Τσιλίμος στη προφορική ιστορία του χωριού

Η μνήμη του διασώθηκε στόμα με στόμα και καταγράφηκε από τον Χειλά, έτσι όπως του την διηγήθηκε το 1988 ο Γιώργης Χλωρός (1902-1991) που την είχε ακούσει με τη σειρά του, από τον πεθερό του Γιάννη Γιαννόμωρο (1865-1960) δηλαδή τον ιδιοκτήτη του παραδοσιακού ελαιοτριβείου του Πιτυούς, που πρόλαβε εν ζωή τον Γιάννη Τσιλίμο.

«Τα παιδιά της οικογένειας Τσιλίμο, ένα αγόρι ο Γιάννης και η αδερφή του Κυριακή 5-6 χρονών, πήραν οι Τούρκοι μετά τη σφαγή και τα πούλησαν σκλαβάκια στη Μ. Ασία. Για την τύχη των γονιών τους καμιά πληροφορία δεν υπάρχει κι ασφαλώς εσφάγησαν από τους Τούρκους.

Την Κυριακή εξαγόρασε μια οικογένεια Τούρκων που η γυναίκα σύζυγος, ήταν χριστιανή και την έλεγαν Φωτεινή, τουρκικά Φατμέ η οποία ήταν πολύ ωραία γυναίκα. Όταν μεγάλωσε η Κυριακή Τσιλίμο την παντρεύτηκε ο γιος της Φωτεινής που λέγονταν Σουκρής, δηλαδή Σωκράτης, που ήταν και το όνομα του πατέρα της Φωτεινής.

Ο πατέρας του Σουκρή, ο άνδρας δηλαδή της Φωτεινής συνεργάζονταν με τον πατέρα της, το Σωκράτη που ήταν χριστιανός. Ο Σωκράτης υπεραγαπούσε την Κυριακή (κόρη του Τσιλίμο) που ήταν μια ωραία, λεβεντοκόρη.

Για να έχει βοήθεια η γυναίκα του, ο Σουκρής αγόρασε έναν από τους αιχμαλωτισθέντες από τους Τούρκους νέο, ο οποίος ήταν σε κακή κατάσταση κουρελιασμένος και βασανισμένος. Η Κυριακή όταν έφερε ο άνδρας της το νέο στο σπίτι, τον ερωτούσε όπως ήταν φυσικό τα της ζωής του, από που είναι και πώς βρέθηκε εκεί. Ο νέος θυμόταν ότι παιδί τον άρπαξαν οι Τούρκοι από το Πιτυός κι ότι είχε μια αδελφή, αλλά για τους γονείς του τίποτε δεν ήξερε.

Η Κυριακή απ’ όλα όσα θυμόταν ο νέος και της είπε κατάλαβε ότι ήταν ο αδερφός της και συγκλονίστηκε όπως ήταν φυσικό να συμβεί και φανέρωσε όλ’ αυτά πλημμυρισμένη από συγκίνηση στον άνδρα της. Ο Τούρκος δέχτηκε με πολύ συμπάθεια την αποκάλυψη αυτή και φρόντισαν αδελφικά από τότε τον Γιάννη Τσιλίμο.

Τον προστάτεψαν με κάθε τρόπο και τον μόρφωσαν και παρά τον πρόωρο θάνατο του Σουκρή η Κυριακή δεν έπαψε να κάνει κάθε θυσία για τον αδερφό της. Ο Γιάννης Τσιλίμος με την ικανότητα του στην Τουρκική ιεραρχία κατόρθωσε να γίνει Πασάς.

Απόμαχος πια ήλθε κι εγκαταστάθηκε στο Πιτυός στο σπίτι του στη θέση ‘του Τσιλίμο’ όπου οι γέροι της περασμένης γενιάς θυμούνται το στόλισμα του με τα χαλιά και την ιδιαίτερη φροντίδα του εσωτερικού του.» (Χειλάς, σελ. 29-30)

Οι Πιτυανοί της εποχής εκείνης, θυμούνταν πως ο γέρο Τσιλίμος, καθώς ήταν άκληρος και ανύπαντρος, αγόραζε από φτωχούς συγχωριανούς Χριστιανούς ακίνητα και χωράφια τα οποία δεν τα ήθελε και τα οποία κληροδότησε κατόπιν στην κοινότητα ή σε άλλους χωριανούς. Ήταν ένας έμμεσος τρόπος να βοηθήσει το χωριό των προγόνων του που τόσο είχε υποφέρει κατά τη διάρκεια της σφαγής. Το οικόπεδο εξάλλου, στο οποίο χτίστηκε ο νέος ναός του Αγίου Γεωργίου Χιοπολίτη το 2001, στην είσοδο του χωριού, είναι το οικόπεδο στο οποίο ήταν η κατοικία του, τα χαλάσματα της οποίας σώζονταν μέχρι τη δεκαετία του 70.

Ανάλογες ιστορίες Χιωτόπουλων της σφαγής που έγιναν γνωστές

Η ιστορία του Πιτυανού πασά που έκανε αγαθοεργίες στο χωριό του, συνδέεται ίσως με τις γνωστότερες ιστορίες των Χιωτόπουλων που πιάστηκαν σκλάβοι το 1822 και «σουνέτεψαν» - έκαναν δηλαδή περιτομή-σουνέτι, όταν προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ.

Είναι γνωστή η ιστορία του Γιώργου Χαλκιά Στραβελάκη (1817-1878) από τα γειτονικά Καρδάμυλα που βαφτίστηκε Mustapha Kazhnadar και έφτασε να γίνει ο Μέγας Βεζίρης και αναμορφωτής της Οθωμανικής Τυνησίας, μεταξύ 1855-1873. Ή του Ibrahim Edhem Pasa (1819-1893) που γεννήθηκε από φτωχή χριστιανική οικογένεια σε χωριό της Χίου και έφτασε να γίνει πρεσβευτής, υπουργός και για ένα μικρό διάστημα (1877-1878) Μεγάλος Βεζίρης στην Κωνσταντινούπολη. Ή του Hekim Ismail Pasha που γεννήθηκε στη Χίο από Ελληνική οικογένεια (1807-1880) πουλήθηκε μετά τη σφαγή σε έναν επιφανή Οθωμανό γιατρό στη Σμύρνη ο οποίος τον εκπαίδευσε και τον έκανε μεγάλο χειρούργο, και αργότερα πασά επικεφαλής στο Βιλαέτι του Αϊδινίου μεταξύ 1868-1869.

Ο Γιάννης Τσιλίμος δεν έγινε τόσο γνωστός, πέρα από τα όρια του χωριού. Δεν διασώθηκε καν το Οθωμανικό του όνομα με το οποίο θα μπορούσε να γίνει μια διασταύρωση των στοιχείων του, εντός της Οθωμανικής ιεραρχίας και να αναζητηθούν περισσότερα στοιχεία από τα σωζόμενα αρχεία της Οθωμανικής περιόδου στη Σμύρνη. Ωστόσο για το Πιτυός αποτελεί ένα ξεχωριστό και συγκινητικό κομμάτι της ιστορίας του 19ου αιώνα.

(Πηγή: Γιώργος Χειλας, Πιτυός: η Ιστορία του Χωριού μου, Αθήνα 1989)


icon of saint george

Άγιος Γεώργιος Χιοπολίτης

Άγιος Γεώργιος Χιοπολίτης, ο Γιώργης Τσοπάνης από το Πιτυός

Ο Άγιος Γεώργιος ο Χιοπολίτης γεννήθηκε το 1785 στο Πιτυός. Ήταν γιος του Παρασκευά και της Αγγερώς και το οικογενειακό του όνομα ήταν Γιώργος Τσοπάνης. Όταν ήταν εννέα μηνών η μητέρα του πέθανε. Σύντομα ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε και τον μεγάλωσε η θετή του μητέρα.

Σε ηλικία εννέα ετών ο πατέρας του τον έστειλε σε έναν ξυλογλύπτη που ονομάζονταν Βισετζής, για να μάθει κοντά του, την τέχνη της ξυλογλυπτικής. Ο τεχνίτης τον πήρε μαζί του στα Ψαρά και εκεί ανέλαβαν την κατασκευή του τέμπλου του ναού του Αγίου Νικολάου. Ενώ βρισκόταν στα Ψαρά, ο Γιώργος γνώρισε κάποια άλλα νεαρά αγόρια και έφυγε κρυφά από το νησί χωρίς να ειδοποιήσει το δάσκαλο του.

Μωαμεθανός στην Καβάλα

Τα αγόρια κατέληξαν στην πόλη της Καβάλας όπου, καθώς πεινούσαν, επιχείρησαν να κλέψουν καρπούζια από ένα κήπο, αλλά εντοπίστηκαν και κυνηγήθηκαν από τον ιδιοκτήτη, Τα πιο πολλά διέφυγαν πηδώντας την μάντρα του κτήματος, αλλά ο μικρός Γιώργος δεν μπορούσε και πιάστηκε και παραδόθηκε στον δικαστή της πόλης. Φοβούμενος την τιμωρία και πιεζόμενος από αυτόν, ο νεαρός Γεώργιος ασπάστηκε το Ισλάμ, του έκαναν περιτομή και τον ονόμασαν Αχμέτ. Έτσι άρχισε να εργάζεται κοντά σε Τούρκους.

Επισκέψεις και επιστροφή στη Χίο

Στο μεταξύ η οικογένειά του έχασε κάθε ίχνος του, μέχρι που μια μέρα έφτασε ένα πλοίο στη Χίο που μετέφερε καρπούζια και ο Γεώργιος, πλέον μαθητευόμενος ναυτικός, εθεάθη να κατεβαίνει από το πλοίο από έναν συγγενή που τον άκουσε να τον αποκαλούν Αχμέτ. Όταν ο συγγενής τον πλησίασε και τον ρώτησε με απορία γι' αυτό, εκείνος έμεινε σιωπηλός, έτρεξε και ανέβηκε στο πλοίο.

Μετά από κάποιο διάστημα ο Γεώργιος θέλησε να επισκεφτεί τη Χίο και το πατρικό του σπίτι αλλά δεν κατάφερε να συναντήσει κανένα. Όλοι έλειπαν. Αργότερα, σε μια τελευταία προσπάθεια να συναντήσει τους δικούς του, επέστρεψε ντυμένος με ρούχα που υποδήλωναν την καταγωγή του και ότι είναι ορθόδοξος χριστιανός, και συνάντησε τον πατέρα του.  Δήλωσε μετανοημένος που αλλαξοπίστησε και ομολόγησε την πίστη του στον Ιησού Χριστό. Ο πατέρας τον δέχτηκε με δάκρυα και τον οδήγησε στον πνευματικό της ενορίας για να εξομολογηθεί και να λάβει πνευματική καθοδήγηση.

Ο Άγιος στις Κυδωνιές (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας

Ο Γεώργιος έμεινε στο πατρικό σπίτι στη Χίο, αλλά ο πατέρας του φοβούμενος  ότι μπορεί τιμωρηθεί όταν γίνει γνωστό ότι αρνήθηκε το μωαμεθανισμό, τον φυγάδευσε προς τις Κυδωνίες της Μικράς Ασίας (το σημερινό Αϊβαλί) και τον έβαλε στη δούλεψη ενός ορθόδοξου χριστιανού αγρότη. Εκείνος σαν έμαθε την ιστορία του, για να τον προστατέψει, τον έστειλε να δουλέψει μακριά από την πόλη.

Δέκα χρόνια πέρασαν, ο Γεώργιος δούλευε και ζούσε με τους κανόνες της χριστιανικής πίστης και ένιωθε πια ασφαλής. Παρά το πέρασμα του χρόνου όμως, ο πατέρας του ακόμα ανησυχούσε για τις επιπτώσεις που μπορεί να είχε η απόφαση του παιδιού του. Για το λόγο αυτό τον παρακίνησε να φύγει και να μπαρκάρει με ένα ρωσικό πλοίο, αλλά ο Γεώργιος αρνήθηκε. Ήταν η εποχή που μετά τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή του 1774, οι Ρώσοι είχαν αποσπάσει από τους Οθωμανούς προνόμια ναυσιπλοΐας από την Μαύρη Θάλασσα προς το Αιγαίο και την Μεσόγειο και αρκετοί Χιώτες άρχισαν να διαπρέπουν ως ναυτικοί στον εμπορικό τους στόλο.

Σύλληψη και φυλάκιση του Γεώργιου

Αντίθετα μετακόμισε στην πόλη των Κυδωνίων και έμεινε στο σπίτι μιας χριστιανής γερόντισσας που σιγά- σιγά την είχε σαν μητέρα του και της εξιστόρησε όλα όσα του συνέβησαν. Δύο χρόνια αργότερα, στα είκοσι δύο του, αρραβωνιάστηκε μια κοπέλα από τη περιοχή. Οι γονείς της αρραβωνιαστικιάς του ρώτησαν τη γερόντισσα τη γνώμη της και τι γνωρίζει για το νέο και εκείνη αλόγιστα τους τα φανέρωσε όλα. Την ιστορία την έμαθαν όλα τα μέλη της οικογένειας, με αποτέλεσμα, μια μέρα που ο Γεώργιος καυγάδισε με τον αδερφό της αρραβωνιαστικιάς του για κάποια χρηματικά ζητήματα, εκείνος να τον αναφέρει στις αρχές ως εξωμότη. Όταν οι φίλοι του Γεωργίου το άκουσαν, τον παρότρυναν να κρυφτεί και να σωθεί αλλά εκείνος αρνήθηκε.

Σύντομα έφτασαν άνδρες και συνέλαβαν τον Γιώργο και τον έφεραν ενώπιον του δικαστή. Όταν ο δικαστής ρώτησε το όνομά του, εκείνος απάντησε ότι ονομάζεται Γεώργιος και ότι με αυτό το όνομα ήθελε να πεθάνει. Αφού του έδωσε διάφορες υποσχέσεις, τον πίεσε και τον απείλησε  για να αρνηθεί την πίστη του, ο δικαστής προειδοποίησε ότι αν θα διάλεγε να πεθάνει θα έπρεπε να γνωρίζει ότι θα είχε πολύ σκληρό θάνατο. Ο Γεώργιος απάντησε: «Σκότωσέ με. Δέχομαι το θάνατό μου με χαρά». Στη συνέχεια τον οδήγησαν στη φυλακή όπου έμεινε από τις 8 έως τις 25 Νοεμβρίου 1807 υπομένοντας με γενναιότητα βασανιστήρια και παραμένοντας ακλόνητος στην πίστη του. Έτσι καταδικάστηκε σε θάνατο με αποκεφαλισμό.

Μαρτύριο και θανάτωση

Στο μεταξύ, οι Χριστιανοί προσεύχονταν για τον Γεώργιο, που ήταν πολύ αγαπητός, για να πάρει δύναμη να αντέξει μέχρι το τέλος. Αυτό τον παρηγορούσε και του έδινε δύναμη.  Ο Γεώργιος ευχαρίστησε τον Θεό και ζήτησε από έναν ιερέα να έρθει κοντά του. Για να γίνει αυτό εφικτό, οι Χριστιανοί της πόλης, σκάρωσαν έναν καβγά μέσα στον οποίο ενεπλάκη και ένας ιερέας με σκοπό να συλληφθεί και να κρατηθεί προσωρινά για να βρεθεί στο κελί, μαζί με τον Γεώργιο. Πράγματι ο Γεώργιος, συναντήθηκε με τον ιερέα μέσα στο κελί, του εξομολογήθηκε τις αμαρτίες του και έλαβε τη Θεία Κοινωνία.

Το βράδυ της 25ης Νοεμβρίου 1807 έγινε ολονύκτια αγρυπνία υπέρ του του Γεωργίου από τους Έλληνες Ορθόδοξους Χριστιανούς και την επόμενη μέρα πλήθος κόσμου συγκεντρώθηκε στην αγορά και έξω από τη φυλακή, γεγονός που ανησύχησε τους Τούρκους και έστειλαν στρατιώτες με σπαθιά να τους σκορπίσουν.

Καθ' οδόν προς την εκτέλεση, ο Γεώργιος ζήτησε συγχώρεση από όλους τους χριστιανούς που συνάντησε στο δρόμο του και να προσευχηθούν για την ψυχή του. Ένας από αυτούς, που υπηρετούσε τον Τούρκο αγά, πρόσφερε στον Γεώργιο να ανταλλάξει τη θέση με τη δική του και να πεθάνει εκείνος για το Χριστό. Ο Γιώργος αρνήθηκε και αυτή την φορά λέγοντας: «Αρνήθηκα τον Χριστό και πεθαίνω για το όνομά Του».

Όσο κι αν συνέχισαν οι δεσμώτες του να του λένε να μετανοήσει ο Γεώργιος δήλωνε την πίστη του και φώναζε ότι θέλει να πεθάνει Χριστιανός. Στο άκουσμα αυτό, ο δήμιος τον τουφέκισε στην πλάτη και πολύ αίμα χύθηκε από την πληγή.  Τον διέταξε να λυγίσει το κεφάλι του και χτύπησε τον λαιμό του με το σπαθί. Ο Γεώργιος δεν ξεψύχησε αμέσως, αλλά μετά σειρά άγριων χτυπημάτων. Μέχρι την τελευταία στιγμή συνέχιζε να προσεύχεται. Ήταν μόλις είκοσι δύο ετών.

Μετά το μαρτυρικό τέλος ο συγκεντρωμένος κόσμος ξεχύθηκε με μεγάλη θλίψη στο ζεστό κορμί του.

Γράφει χαρακτηριστικά ο Αϊβαλιώτης λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου:

«Τότε ούλος κείνος ο κόσμος χύθηκε έξω φρενών απάνου στο ζεστό κορμί. Και άλλος σφούγγιζε το αίμα, άλλος ασπαζόταν τ’ άγιο λείψανο ή την πλάκα, άλλος ξέσκιζε ένα κομμάτι απ’ το ρούχο του, άλλος δόξαζε τον Θεό. Μάταια τα τουρκιά τους χτυπούσανε με τα ραβδιά και τους κλωτσούσανε. Ο αγάς πρόσταξε να τους βαρέσουνε στα καλά, κι οι τούρκοι βάνανε τις φωνές και πέσανε με γυμνά σπαθιά απάνου στους χριστιανούς. Οι κακόμοιροι οι χριστιανοί σκορπίσανε φωνάζοντας «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον» κι άλλος έχασε το φανάρι του, άλλος το ραβδί του, άλλος τα παπούτσια του, άλλος το καλπάκι του…».

Οι πιστοί χριστιανοί τον έθαψαν στην έρημη βραχονησίδα Νησοπούλα, κοντά στο Αϊβαλί. Χρόνια αργότερα τα λείψανά του μεταφέρθηκαν σε εκκλησία που χτίστηκε προς τιμήν του πάνω από τον τόπο του μαρτυρίου του, στις Κυδωνιές, και τοποθετήθηκαν δεξιά από την Αγία Τράπεζα, ως μαρτυρικό λείψανο. Μέχρι τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 τελούνταν μεγάλη πανήγυρις προς τιμήν του, που ήταν και παραμένει ο πολιούχος και προστάτης άγιος των απανταχού της Γης Κυδωνιατών. Σήμερα τιμάται ιδιαίτερα στη Χίο, στη Λέσβο, στη Σαντορίνη και τη Σύρο.

Το σπίτι του, ναοί και εικόνες προς τιμήν του Αγίου

Σε ένα από τα σοκάκια του Πιτυούς ο επισκέπτης θα συναντήσει το ταπεινό πατρικό του Αγίου Γεωργίου του Χιοπολίτου και παραδίπλα ένα μικρό προσκυνητάρι. Ένα μεγαλύτερο προσκυνητάρι προς τιμήν του βρίσκεται στη μέσα πλατεία του χωριού.

Στη νότια είσοδο του Πιτυούς υπάρχει μεγάλος ιερός ναός προς τιμήν του Αγίου που εγκαινιάστηκε στις 11 Αυγούστου 2001,

Εκτός Χίου

Ιερός Ναός του Αγίου Γεωργίου του Χιοπολίτου έχει ανεγερθεί και στον Διόνυσο Αττικής και στο Άκτιο Πρεβέζης.

Ιερά λείψανα του Αγίου φυλάσσονται στην Παναγιούδα της Λέσβου και στην Ιερά Μονή του Προφήτου Ηλιού στη Σαντορίνη.

Εικόνα του Αγίου φιλοτεχνημένη το 1847, φυλάσσεται στον ιερό μητροπολιτικό ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στην Ερμούπολη της Σύρου, όπου ο Άγιος τιμάται ως προστάτης των αρτοποιών.

Μια από τις πιο γνωστές τοιχογραφίες του Αγίου βρίσκεται στον Ι.Ν. Αγ. Νικολάου Κάτω Πατησίων (οδού Αχαρνών) Αθηνών και είναι έργο του Φώτη Κόντογλου του Κυδωνιέως.

Το ασημένιο περικάλυμμα της κάρας του Αγίου βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα.

Ἀπολυτίκιον (Ἦχος δ’)

Ὁ Μάρτυς Γεώργιε ξίφει τὴν κάραν τμηθείς, θεόθεν δεδόξασται, ἐν οὐρανῷ καὶ ἐν γῇ, τῆς τοῦ Χίου τὸ σέμνωμα, ἄνω γὰρ ἀφθαρσίας στέφει θείῳ ἐστέφθη, κάτω δὲ θείοις ὕμνοις, παρ’ ἀνθρώπων ὑμνεῖται αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Βιβλιογραφία

  • Κόντογλου Φωτίου, Μαρτύριον του Αγίου Γεωργίου του Χιοπολίτου, «Κιβωτός», Αθήναι 1953
  • Σωτηρίου Γ.Π., Ο Νεομάρτυς Άγιος Γεώργιος ο Χιοπολίτης, πολιούχος Κυδωνιών, Μυτιλήνη 1955
  • Χαλκιά –Στεφάνου Πόπη, Οι Άγιοι της Χίου, Εκδόσεις Επτάλοφος, Β΄ Έκδοσις, Αθήναι 2008
  • https://imchiou.gr/index.php/agiografika-keimena/agiologika/9818-
  • https://www.newsnowgr.com/article/1211542/i-petra-pou-martyrise-o-agios-georgios-o-xiopolitis---ap-ta-matomena-xomata-tis-m-asias-sti-geitoniki-mytilini.html?fbclid=IwAR1z9d_BicSJHwSg30A_KAKJoJzCmWN2caJdAITcXBnM1Zn2JkIVlll4F3o

αρχαιολογικός χώρος

Δρίμακος: Ο Σπάρτακος του Πιτυούς!

Δρίμακος: Ο Σπάρτακος του Πιτυούς!

Η πρώτη πετυχημένη εξέγερση δούλων στην Αρχαία Ελλάδα, με επικεφαλής τον Μεσσήνιο Δρίμακο και η πρώτη αυτόνομη δημοκρατία απελεύθερων δούλων, φαίνεται πως διαδραματίζεται στο Πιτυός!

Κατά τον Νυμφόδωρο το Σικελό

Κατά τον 3ο πχ αιώνα Χιώτες που έφυγαν από το νησί και μετανάστευσαν στην Κάτω Ιταλία, μετέφεραν την ιστορία μιας μεγάλης εξέγερσης δούλων στο νησί της Χίου. Η εξέγερση έλαβε χώρα μερικές δεκαετίες νωρίτερα. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες αυτές, οι δούλοι αγανάκτησαν για τις άθλιες συνθήκες της ζωής τους και με επικεφαλής τον Μεσσήνιο Δρίμακο, κατάφεραν να νικήσουν τις φρουρές των αρχόντων και να εγκατασταθούν στη Βόρεια Χίο, στη φυσική οχυρή θέση που ορίζουν το οροπέδιο του Αίπους και το Πελλιναίο με τις ψηλές κορυφές του. Εκεί έφτιαξαν μια αυτόνομη κοινότητα ισότιμων και ελεύθερων πολιτών με το δικό της πολιτικό, δικαστικό, οικονομικό και στρατιωτικό σύστημα.

Οι άρχοντες από τα πεδινά, δεν μπορούσαν να τους καθυποτάξουν πλέον και για αυτό διαπραγματεύτηκαν με τον ηγέτη τους Δρίμακο, ένα mundus vivendi ειρηνικής συνύπαρξης. Βάση της συμφωνίας αυτής, οι μεν άρχοντες δεν θα ξαναέστελναν στρατό εναντίον τους και θα σέβονταν την αυτονομία τους, οι δε απελεύθεροι πρώην δούλοι δεν θα δέχονταν πλέον νέους δούλους στις γραμμές τους και θα γύριζαν πίσω όσους το έσκαγαν, εκτός εάν έφεραν εμφανή σημάδια κακοποίησης από τα αφεντικά τους.

Ωστόσο, οι άρχοντες συνέχιζαν να έχουν επικηρυγμένο τον ίδιο τον Δρίμακο. Εκείνος γνωρίζοντας την επικήρυξη, όταν αρρώστησε βαριά και επρόκειτο να πεθάνει, ζήτησε από τον πιο πιστό του σύντροφο – κατά ορισμένες εκδοχές τον ίδιο τον εραστή του - να του πάρει το κεφάλι και να το πάει στην πόλη για να εισπράξει την αμοιβή της επικήρυξης και να την μοιράσει στην κοινότητα.

Με τον χαμό όμως του Δρίμακου, η σταθερότητα στις σχέσεις αρχόντων και δούλων διαταράχθηκε και νέες εξεγέρσεις και αποστασίες σκλάβων συνεχίστηκαν χωρίς να υπάρχει κάποιος να τις σταματήσει. Η Χίος βυθίστηκε ξανά σε κοινωνικό χάος. Οι άρχοντες πιστεύοντας πως για αυτό οφείλεται η εκτέλεση του Δρίμακου, για να τον εξευμενίσουν έφτιαξαν ναούς και βωμούς προς τιμήν του, λατρεύοντας τον ως ημίθεο, ισάξιο του Ηρακλή. Έτσι ο Δρίμακος πέρασε στην ιστορία για πολλούς λόγους.

Αυτά αναφέρει ο ιστορικός της Κάτω Ιταλίας, Νυμφόδωρος ο Σικελός. Η αυθεντικότητα της παραπάνω ιστορίας αμφισβητείται, καθώς πλην του Νυμφόδωρου δεν έχει επαληθευτεί από άλλο σύγχρονο ιστορικό της εποχής.

Ο Δρίμακος εμπνέει τους Δειπνοσοφιστές

Ωστόσο, λίγα χρόνια μετά τον Νυμφόδωρο, πάνω στην υπόθεση αυτή έρχονται να αναλογιστούν οι Δειπνοσοφιστές με τον Αθήναιο τον Ναυκρατίτη. Αυτός το 228 π.Χ. καταγράφει σχετικό διάλογο τους στον οποίο, συγκρίνουν τις έως τότε, αποτυχημένες εξεγέρσεις των δούλων με το πετυχημένο μοντέλο της ηγεσίας του Δρίμακου.

Σύμφωνα με τον Αθήναιο, η επιτυχία του Δρίμακου συνίσταται στο γεγονός ότι παρέθεσε ένα μοντέλο σώφρονος και γενναίας πολιτικής διακυβέρνησης της επαναστατημένης κοινότητας των δούλων και άσκησε μια realpolitik έναντι των πρώην αφεντικών. Από τη μία, δηλαδή, επεδίωξε να διατηρήσει ένα πολιτικό όραμα και την ακεραιότητα μιας μικρής και αδύναμης ακόμη νέας κοινότητας. Από την άλλη, αντιμετώπιζε  την πραγματική κατάσταση στην οποία η κοινότητα αυτή παρέμενε περιτριγυρισμένη από έναν εχθρικό περίγυρο και προσπαθούσε να τη στρέψει προς την επιθυμητή κατεύθυνση.

Οι Δειπνοσοφιστές μάλιστα, ισχυρίζονται πως η επιτυχία της εξέγερσης των σκλάβων στη Χίο - μέχρι τότε όλες οι άλλες είχαν αποτύχει – συνιστά ένα είδους Νέμεσις των Θεών γιατί οι Χιώτες είχαν διαπράξει Ύβρη: ήταν οι πρώτοι στον Ελλαδικό χώρο, που αγόραζαν δούλους από άλλους, χωρίς πιο πριν να τους έχουν καθυποτάξει σε κάποια μάχη.

Σύγχρονοι μελετητές

Νεότερες μελέτες, όπως της Σοβιετικής Αρχαιολόγου – με εξειδίκευση στην Αρχαία Χίο -  Irina Alexandrovna Shishova, εκτιμούν πως η ιστορία του Δρίμακου όπως παρουσιάζεται στο γραπτό του Νυμφόδωρου είναι γεμάτη εσωτερικές αντιφάσεις: η λατρεία του Δρίμακου από τους Χιώτες άρχοντες δεν συνάδει με τον ρόλο του ως αρχηγού της εξέγερσης.  Μια επιπλέον λεπτομέρεια στα γραπτά του, ότι ο Δρίμακος εμφανίστηκε μετά θάνατον σε ένα όνειρο στους Χιώτες ιδιοκτήτες σκλάβων (που νόμιζαν ότι είναι, οι υπεύθυνοι για το θάνατό του) και τους προειδοποίησε για τα σχέδια των σκλάβων φαίνεται εντελώς απίθανη.

Σύμφωνα με τον Γερμανό ιστορικό Richard Laqueur, το κείμενο του Νυμφόδωρου συνδυάζει δύο διαφορετικούς θρύλους για διαφορετικές εξεγέρσεις σκλάβων: ο ένας είναι ο Χιώτικος θρύλος για τον αρχηγό της εξέγερσης των σκλάβων Δρίμακο, ο άλλος για τον ανώνυμο «Καλοκόμο Ήρωα» (Ἥρως Εὐμενής). Αυτό το ετερογενές υλικό συντάχθηκε στη συνέχεια με αφορμή παρόμοιων εξεγέρσεων σκλάβων στη Σικελία.

Το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννάται η ιστορία του Δρίμακου.

Στην ιστορική βιβλιογραφία υπάρχουν διάφορες χρονολογήσεις για την εξέγερση των σκλάβων της Χίου. με εύρος από τον 6ο έως τον 2ο αιώνα πχ.  Η Irina Alexandrovna Shishova θεωρεί ως ορθότερη χρονολόγηση την περίοδο μεταξύ 4ου-3ου αιώνα π.Χ., όταν εκτυλίχθηκε στη Χίο ένας πολιτικός αγώνας δημοκρατών και αριστοκρατών που αποδυνάμωσε το ενιαίο μέτωπο των ιδιοκτητών σκλάβων και είναι και η εποχή που βρίσκεται πιο κοντά στην καταγραφή του Νυμφόδωρου.

Πελοποννησιακός πόλεμος - Συμμαχία Χίου και Σπάρτης

Η επικρατέστερη όμως εκδοχή για την αποδυνάμωση των Χιωτών αρχόντων είναι μια εξέγερση δούλων, κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου. Βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη φάση του πολέμου, μεταξύ 412 και 407 πχ όταν η πλάστιγγα φαίνεται πως γέρνει προς τη μεριά των Σπαρτιατών. Η Χίος, αν και διακεκριμένη εμπορική αποικία των Αθηναίων, βλέποντας την αποδυνάμωση των συμμάχων της, αρπάζει την ευκαιρία να ξεσηκωθεί και να αλλάξει στρατόπεδο, προσεγγίζοντας την Σπάρτη. Οι Σπαρτιάτες δέχονται το ανέλπιστο δώρο, ωστόσο αδυνατούν να μεταφέρουν μεγάλες ναυτικές δυνάμεις τόσο μακριά.

Εκστρατεία Αθηναίων κατά της Χίου

Οι Αθηναίοι θα στείλουν εκστρατευτικό σώμα για να τιμωρήσουν την αποστασία των Χιωτών και θα καταλάβουν ορισμένα παραλιακά λιμάνια του νησιού, όπως τα Φανά στο νότο και το Δελφίνι στον κόλπο της Λαγκάδας στον βορρά. Από εκεί θα διακόψουν το τόσο κρίσιμο για την επιβίωση του νησιού, ναυτικό εμπόριο.

Φυγή Χιωτών αρχόντων στα ορεινά

Οι Χιώτες άρχοντες θα καταφύγουν στα ορεινά όπου, για να επιβιώσουν, θα πάρουν μαζί τους και αρκετούς σκλάβους τους οποίους θα βάλουν να εργαστούν για να κάνουν καλλιεργήσιμη την ορεινή γη. Από τα Φανά και κυρίως από το Δελφίνι, οι Αθηναίοι καλούν τους δούλους των Χιωτών που βρίσκονται στα ορεινά να ξεσηκωθούν και να ενωθούν μαζί τους, κάτι που γίνεται σε κάποιο βαθμό.

Ήττα και οπισθοχώρηση Αθηναίων

Στο τέλος οι Αθηναίοι χάνουν και αναγκάζονται να λύσουν την πολιορκία τους, αφήνοντας πίσω τους, τους ελεύθερους τέως δούλους. Οι άρχοντες της Χίου επανέρχονται στην κοινωνική τους θέση αλλά πλέον αδυνατούν να δαμάσουν τον πληθυσμό των δούλων που έχει αποκτήσει άλλη αυτοπεποίθηση και αυτονομία.

Στις μέρες μας τα σημάδια των μεγάλων αμυντικών οχυρώσεων της πολιορκίας των Αθηναίων είναι ακόμα ορατά στο Δελφίνι, και σε τρεις σημαντικές οχυρές θέσεις στα βορειοανατολικά όρια της κοινότητας του Πιτυούς: τα Κοίλα, τον Παλαιόπυργο στη Σκάφη και το Ρημόκαστρο.

Σχετικά τοπωνύμια

Στο δάσος του Πιτυούς, προς τα δυτικά όρια της κοινοτικής έκτασης με την αντίστοιχη της Κατάβασης, ένας ξεροπόταμος που συνδέει τον αρχαίο αγροτοποιμενικό οικισμό «Φαρδύ Πηγάδι» με τον επίσης αρχαίο  οικισμό «Άρια» - δύο από τους οικισμούς των οποίων οι κάτοικοι κατά τον Μεσαίωνα μεταφέρθηκαν στο σημερινό Πιτυός – φέρει το όνομα «Δρίμακος ποταμός».

Κοντά στο Πιτυός, υπάρχει η περιοχή «του Σκλάβου» και η περιοχή «τα Σκλαβόσπιτα». Λίγα χιλιόμετρα πιο δυτικά, στην περιοχή μεταξύ της γειτονικής Κατάβασης και της Βολισσού, ένα μικρότερο ρυάκι, ονομάζεται «Του Δρίμη το νερό». Στο Αίπος, στο 14ο χιλιόμετρο της επαρχιακής οδού Χίου-Πιτυούς, ένας βατός χωματόδρομος οδηγεί προς την ανασκαφή του Ρημόκαστρου, όπου πολλοί ερευνητές τοποθετούν τον αρχαίο ναό στον οποίο λατρεύονταν ως ημίθεος ο Δρίμακος.

Αν και τα στοιχεία που θα βγάλουν το αφήγημα για τον Δρίμακο από τα όρια της μυθολογίας και θα το εντάξουν οριστικά στην ιστορική αλήθεια, δεν είναι ακόμα επαρκή, οι κατοπινές καταγραφές, τα τοπωνύμια και οι πρόσφατες μελέτες, δείχνουν πως ο πρώτος επιτυχημένος επαναστάτης σκλάβος της αρχαιότητας πέρασε από εδώ.  Ποια να είναι τελικά η πραγματική η ιστορία του;

Βιβλιογραφία:

Στα Ρωσικά: Shishova I. A. Ancient tradition on Drimakos, Antique Society - Πρακτικά ημερίδας για τη μελέτη της αρχαιότητας, Μoscow, 1967, pp. 85-91.

Στα Ρωσικά: Shishova I. A. Slavery on Chios, Kallistov D. P. et al, Δουλεία στην περιφέρεια του αρχαίου κόσμου, Λένινγκραντ, 1968, pp. 149-192.

Στα Αγγλικά: Langerwerf, Lydia (2009), Sparta: Comparative Approaches: Chapter 9 «ARISTOMENES AND DRIMAKOS: THE MESSENIAN REVOLT IN PAUSANIAS’ PERIEGESIS IN COMPARATIVE PERSPECTIVE», pp 331-360, πάνω στις πρωτότυπες πηγές των Νυμφόδωρος ο Συρακούσιος, Ένα Ταξίδι στις Ακτές της Ασίας & Αθήναιος ο Ναυκρατής, Δειπνοσοφιστές.

Στα Αγγλικά: Theresa Urbainczyk . Slave’s revolt in Antiquety, Berkeley/Los Angeles: University of California Press, 2008, p. 30.

Στα Ελληνικά: Δέσποινα Τσαρδάκα, Η Αρχαία Οχυρωματική Εγκατάσταση στον «Παλαιόπυργο» του Πιτυός, Περιοδικό Πελλιναίο, τεύχος 48, Χίος 2009, σελ. 38-42.


όμηρος και γλαύκος πίνακας ζωγραφικής

Γλαύκος

Ο πρώτος «επιφανής Πιτυανός»: ένας ταπεινός τσοπάνης με το όνομα Γλαύκος (8πχ αιώνας)

Η αναφορά του ιστορικού Ψευδοηροδότου κατά το 2o πx αιώνα στο Πιτυός μας γνωρίζει τον πρώτο «επιφανή Πιτυανό» της ιστορίας, τον βοσκό Γλαύκο. Στηριγμένη στην περιγραφή του Ψευδοηροδότου, η πορεία του Ομήρου στη Χίο αναλύεται στα κεφάλαια 20-27 σε ένα έργο που διασώθηκε με ποικίλους τίτλους με επικρατέστερο τον «Περί της Ομήρου γενέσιος και βιοτής».

Περιπέτειες του Ομήρου στη Χίο

Η επικρατούσα εκδοχή λέει ότι ο Όμηρος αποβιβαζόμενος από την Ερυθραία στη Χίο από μια συντροφιά ψαράδων, έφτασε σε μια ακτή, ίσως στη σημερινή περιοχή της Δασκαλόπετρας, στον Βροντάδο. Κάποιοι Ομηριστές-ερευνητές όμως, τοποθετούν την αυθεντική πέτρα της διδασκαλίας του στα Κοίλα, στη λεγόμενη «Σχολειόπετρα». Αυτή η περιοχή βρίσκεται περί τα 6 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του Πιτυούς, στα όρια των αχανών βοσκοτόπων του και της γειτονικής Κυδιάντας, πάνω από το αρχαίο λιμάνι Δελφίνι.

Εκεί, στον τόπο της μελλοντικής διδασκαλίας του δηλαδή, έμεινε μια νύχτα στην ακρογιαλιά και την επομένη, ανεβαίνοντας το όρος (μάλλον εννοεί το Αίπος, έστω κι αν δεν προσδιορίζεται), αφού περιπλανήθηκε έφτασε σε ένα χωριό που ονομάζεται Πιτυός. («Πορευόμενος και πλανώμενος απίκετο εις χωρίον ο Πίτυς καλέεται.».

Εκεί, καθώς κοιμόταν τη νύχτα κάτω από ένα πεύκο, έπεσε πάνω του ένα κουκουνάρι και τον ξύπνησε. Λέγεται μάλιστα πως ξαφνιασμένος και αγουροξυπνημένος, αναφώνησε:

«Ω φίλια όρη και εσείς με καταδιώκετε;» **

Συνάντηση με τον Γλαύκο

Συνεχίζοντας ο Όμηρος, περπάτησε μέσα από τα δάση κι έφτασε στη μάντρα ενός ντόπιου βοσκού,  του Γλαύκου, που τον γλίτωσε από τη μανία των σκυλιών του. Ο Γλαύκος απόρησε και εντυπωσιάστηκε για το πώς αυτός ο τυφλός άνθρωπος κατάφερε να φτάσει μέχρι εκεί και ζήτησε να του εξιστορήσει τις περιπλανήσεις του. Αφού άκουσε τα παθήματα του, τον λυπήθηκε και τον φιλοξένησε στη στάνη του.

Την επομένη ο Γλαύκος πήγε στη Βολισσό και πληροφόρησε τον αφέντη του, που λεγόταν Χίος, για τον τυφλό άντρα που τόσο τον κατέπληξε. Ο άρχοντας Χίος, αν και θεώρησε ανόητο το Γλαύκο που μαζεύει και τρέφει τους ανάπηρους, δέχτηκε να δει τον ξένο.  Όταν όμως συνάντησε τον Όμηρο εντυπωσιάστηκε από το λόγο και τις  γνώσεις του, τον βρήκε ικανό και πολύπειρο και τον έπεισε να γίνει δάσκαλος των παιδιών του. Με τον τρόπο αυτό ο Γλαύκος συνέβαλε στο να διαμείνει ο Όμηρος στη Χίο ή να περάσει ένα μεγάλο διάστημα της ζωής του στο νησί και ο τόπος να συνδεθεί με τον μεγάλο αοιδό.

Αυτά περιγράφει για τη διέλευση του Ομήρου από το Πιτυός ο εγγύτερος βιογράφος της εποχής του επικού ποιητή και το χαρακτηριστικό απόσπασμα της αναφοράς στο Πιτυός χάραξε σε μαρμάρινη στήλη, απέναντι από τον πλάτανο Μάκελο πριν χρόνια, η Εταιρεία Ομηρικών Σπουδών. Έτσι το Πιτυός είναι τμήμα του λεγόμενου «Ομηρικού ζητήματος».

Επιπρόσθετα μερικά τοπωνύμια τοποθεσιών κοντά στο Πιτυός, που παραθέτει ο Χειλάς στην μνημειώδη καταγραφή Πιτυανών τοπωνυμιών το 1989, ενισχύουν τη σχέση του χωριού με το Ομηρικό ζήτημα: Πάρη κρεμός, Άρη κρεμά κλπ. Ο ίδιος έγραψε πως η περιοχή Μαρτίνος κοντά στο χωριό είναι το σημείο όπου ο Γλαύκος συνάντησε τον Όμηρο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Ψευδο-Ηρόδοτος: συγγραφέας του 1ου ή 2ου μ.Χ. αιώνα (ίσως ο Ερμογένης ο Σμυρναίος ή ο Κεφαλίων ο Γεργίθιος) που χρησιμοποίησε ("δανείστηκε") το όνομα του Ηροδότου.

* *Εικάζεται ότι από την παράφραση αυτής της Ομηρικής φράσης, (Ω φίλια όρη και εσείς με καταδιώκετε;) προέκυψε το τοπωνύμιο Φλώρι στο 17ο χιλιόμετρο της επαρχιακής οδού Χίου-Πιτυούς.

Πηγές:

  • Ζαχαρού-Λουτράρη Αθηνά, Όμηρος: Χίος αοιδός, σελ 279-285, εκδ. ΑΛΦΑ-ΠΙ, Χίος 2005
  • Γεώργιος Στ. Χειλάς, Πιτυός: Η ιστορία του χωριού μου, σελ 231-247
  • Westermann, Βιογράφοι, Vitarum scriptores Graeci minores (1845), pp 1-20, όπως μετεγράφηκε στο: Περὶ τῆς τοῦ Ὁμήρου γενέσιος καὶ βιοτῆς