Όλο το οροπέδιο του Αίπους αλλά και το δάσος προς τα δυτικά του χωριού έχει εκατοντάδες διάσπαρτες αγροτοποιμενικές εγκαταστάσεις με στοιχεία που παραπέμπουν στους Βυζαντινούς, Ρωμαϊκούς, Ελληνιστικούς, Αρχαίους ή ακόμη και προ-Ελληνικούς χρόνους.
Το ίδιο το όνομα Πιτυός, έλκει την καταγωγή του από το αρχαίο Ιωνικό «Πίτυς» που σημαίνει πεύκο. Με το όνομα Πίτυς, καταγράφεται στην βιογραφία του Ομήρου από τον Ψευδοηρόδοτο, το πέρασμα από το χωριό του σπουδαίου αρχαίου ποιητή. Είναι χαρακτηριστικό ότι την εποχή του Αρχαίου Ελληνικού εποικισμού στη Μεσόγειο και στον Εύξεινο Πόντο, δύο ακόμη τοποθεσίες θα ονομαστούν κατά τον ίδιο τρόπο. Η μια τοποθεσία, είναι οι πασίγνωστες στις μέρες μας, κοσμοπολίτικες νήσοι Ίμπιζα και Φορμεντέρα, οι Αρχαίες «Πιτυούσες νήσοι», στις Βαλεαρίδες της Ισπανίας. Η άλλη, είναι η λιγότερο γνωστή παραθαλάσσια κωμόπολη, που στις μέρες μας ονομάζεται Πιτσούντα στις ακτές της Ταυρικής Κολχίδας, στην Αμπχαζία της Γεωργίας, το αρχαίο «Πιτυός» του Πόντου. Και οι δυο αυτές αρχαίες αποικίες – η πρώτη των Ιώνων και η δεύτερη των Μιλήτιων – φαίνεται πως ιδρύονται τον 8ο και τον 5ο πχ αιώνα και ονομάζονταν με το ίδιο όνομα, όπως το Πιτυός.
Ο ιστορικός Ζολώτας, αποδίδει στην ευρύτερη περιοχή του Πιτυούς της Χίου, μια σειρά από χώρους με έντονο αρχαιολογικό ενδιαφέρον οι οποίοι ακόμη και μέχρι τις μέρες μας, πάνω από έναν αιώνα μετά την καταγραφή τους από τον Ζολώτα, δεν έχουν ερευνηθεί καθόλου εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Έτσι σύμφωνα με τον Α Τόμο της Τοπογραφίας του, έχουν βρεθεί στη θέση Άρια λαξευτά πέτρινα φρεάτια που παραπέμπουν στους πρώτους κατοίκους της Χίου τους Πελασγούς, δηλαδή περί το 2000 πχ και πάντως πριν τον Ιωνικό εποικισμό της Χίου κατά τον 11ο πχ αιώνα. Ομοίως το ίδιο σημειώνεται και για το Ρημόκαστρο (ή Λημόκαστρο, ή Ελληνόκαστρο) δίπλα από τον αρχαίο αγροτοποιμενικό οικισμό των Σπάρτινων. Το Ρημόκαστρο και τα Σπάρτινα εξάλλου είναι και τα μοναδικά σημεία, που στις αρχές της δεκαετίας του 80 έλαβαν την προσοχή της Γερμανικής Αρχαιολογικής Εταιρίας που μαζί με την Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία έκαναν τις μοναδικές στο Αίπος, μη επιφανειακές έρευνες με ανασκαφή, οι οποίες πιστοποιούν την μακροχρόνια ιστορία της περιοχής, ακόμη και πριν την κλασική αρχαιότητα.
Η απόβαση των δυνάμεων του τυράννου της Μιλήτου, Ιστιαίου, και η άλωση της Χίου κατά το 494 π.Χ., βάζει στο κάδρο της αρχαίας ιστορίας, περιοχές μεταξύ Δελφινίου και σημερινού Πιτυούς, στις θέσεις Κοίλα και Παλαιόπυργος Σκάφης με μεγάλα και σημαντικά οχυρωματικά έργα. Αυτά όπως έδειξε και πρόσφατη μελέτη της Αρχαιολόγου Δέσποινας Τσαρδάκα είναι σχεδόν σίγουρο ότι χρησιμοποιήθηκαν και αργότερα κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, την αποστασία της Χίου από την Αθηναϊκή Συμμαχία και την αποτυχημένη εισβολή των Αθηναίων στο νησί από το Δελφίνι. Είναι πολύ πιθανόν, σε αυτά τα γεγονότα να οφείλονται και οι εξεγέρσεις των δούλων.
Γράφει χαρακτηριστικά ο Ζολώτας:
«…Ούτως έχομεν εις το Πιτυός, αρχαία λείψανα κτιρίων εις τα θέσεις Φαρδύ Πηγάδιν, Δάμαλον, Αγιάννικα, ένθα ο λεγόμενος Ελληνότοιχος, τείχος μακρόν από της λεγομένης Καμένης Φρίζας μέχρι του Αμπελόβουνου, εφ’ ου και δεξαμενή…. Εις Άντυκαν (Έντυκαν) και χαλικουργιάν υπάρχουσι λείψαντα κτιρίου εκ μεγάλων τετραγώνων λίθων, ων οι πολλοί μεταφέρθησαν προς οικοδομήν της χωριοεκκλησίας. Είς Μύτακαν, θέσιν προς Κοίλα, ευρέθησαν λίθοι μεγάλοι ελαιοτριβείου και άλλα ερείπια εξ’ ων οικοδομήθηκαν κατά το πλείστον αυτόθι, Πύργοι άλλοτε. Εις Βαμβακιαίς (ΣΣ προς τα σύνορα με τον βοσκότοπο του Ανάβατου) φαίνονται πολλά χωράφια επιπεδωτά και φρέατα παλαιά, ερείπια οικημάτων δηλούντα την ύπαρξιν παλαιού συνοικισμού, ην ενισχύουσι διάφορα παλαιά σποράδην ερείπια. Άξια παρατηρήσεως αυτόθι είναι η ομαλωτί πεδιάς η καλουμένη Βαμβακιαίς. Εις τον Περδικόβουνον θέσιν Κρητικού υπάρχουσι ερείπια παλαιών κτισμάτων παρ’ ά ευρέθει άλλοτε κεφαλή της γυναικός μαρμάρινη ην έθραυσεν ο ευρών ποιμήν.»
Ο Ζολώτας επίσης σημειώνει την εύρεση αρχαίων ληνών κρασιού στην τοποθεσία που έδωσε το όνομα «Ληνοί». Ενώ σημειώνει και την εύρεση σημαντικής ποσότητας 50 αργυρών και 175 χάλκινων νομισμάτων και κτερισμάτων σε τάφους που βρέθηκαν στη Μαχαιρόπετρα του Όρους, πάνω από το σημερινό Πιτυός. Αυτή η ανακάλυψη πιθανόν έγινε κατά τα τελευταία χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας χωρίς να τηρηθεί κάποιο ιστορικό ή αρχείο, καθώς στη νομισματική συλλογή του Μουσείου του Βερολίνου εκτίθενται μερικά από αυτά, όπως σημειώνει το Νομισματολογικό περιοδικό του μουσείου στο INDEX No 1117, αναφέροντας πως ανευρέθηκαν το 1885 και είναι κοπής 334-332 π.Χ.! (βλέπε εφημερίδα «Χιακός Λαός» 16/5/1984 και Χειλάς, σελ 23-25)
Δεν είναι χωρίς λόγο λοιπόν οι μύθοι του Όμηρου και του Δρίμακα, του 8ου και 4ου πχ αιώνα αντίστοιχα, καθώς μαρτυρούν και τα πολλά διάσπαρτα τοπωνύμια. Γνωρίζουμε επίσης, πως στην ευρύτερη περιοχή της Βόρειας Χίου, δραστηριοποιήθηκαν κατά τον 6ο και 5ο πχ αιώνα οι Χιώτες ραψωδοί συνεχιστές και διασώστες των Ομηρικών Επών, οι Ομηρίδες.
Πολύ σημαντική για την τεκμηρίωση της Αρχαίας Ιστορίας του χωριού είναι και η ύπαρξη της Ελληνόστρατας. Του αρχαίου μονοπατιού που ξεκινάει από το ύψωμα πάνω από το Μυρσινίδι στο Βροντάδο και διακλαδώνεται στο Αίπος στην περιοχή της Φουντάνας. Από εκεί, ένας κλάδος πηγαίνει προς βορά, στα χωριά Συκιάδα – Λαγκάδα και από εκεί, οδηγεί προς τη Κυδιάντα και τα Κοίλα μέχρι το Πιτυός. Ένας άλλος κλάδος έρχεται από το Αίπος προς το Φλώρι και από εκεί διακλαδώνεται εκ νέου. Ο νότιος δρόμος οδηγεί προς Ανάβατο και κεντρική Χίο. Ο δυτικός μέσα από το δάσος οδηγεί προς την Κατάβαση και τη Βολισσό. Οι ντόπιοι το ονομάζουν «το μονοπάτι του Ομήρου» και μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα ήταν η μοναδική οδός επικοινωνίας, καθιστώντας την περιοχή του Πιτυός «κόμβο» επικοινωνίας της Βόρειας Χίου. Η λέξη «Ελληνόστρατα» (όπως και ο «Ελληνότοιχος») είναι μάλλον Βυζαντινής προέλευσης. Με το σύνθετο «Ελληνο-» οι Χριστιανοί του Βυζαντίου, αναφέρονταν σε έργα ή οικοδομήματα αρχαίας Ελληνικής καταγωγής. Τότε που η έννοια «Έλληνας» ήταν ταυτόσημη του «Εθνικός» και προσδιόριζε τους Αρχαίους Έλληνες ειδωλολάτρες 12θεϊστές.
Για την ύστερη αρχαιότητα, τους ελληνιστικούς χρόνους, την Ρώμη και τα πρώτα βυζαντινά χρόνια δεν έχουμε ακόμη ευρήματα, καθώς δεν έχουν γίνει εμπεριστατωμένες αρχαιολογικές έρευνες, πέρα από το γεγονός ότι πολλές από τις εκατοντάδες ξερολιθιές του Αίπους φαίνεται πως ανάγονται σε αυτά τα χρόνια, ενώ το Ρημόκαστρο φέρεται να λειτουργούσε ως μόνιμη οχυρωματική θέση μέχρι και τους πρώτους Βυζαντινούς αιώνες.